Κυριακή 10 Αυγούστου 2014

Ο θάνατος ας περιμένει!



Οι αντάρτες είχαν για μια ακόμη φορά κτυπήσει και καταστρέψει ένα φορτηγό του γερμανικού στρατού. Στην ανταλλαγή πυροβολισμών τραυματίστηκε και ένας Γερμανός στρατιώτης. Κάθε φορά όμως που ο κατακτητής δεχότανε πλήγμα, υπήρχαν και τα αντίποινα . Μια  ένοπλη  ομάδα γερμανών στρατιωτών έκανε σύλληψη τυχαίων πολιτών και  τους οδηγούσε στο εκτελεστικό απόσπασμα.   Επιτυχία του ελληνικού απελευθερωτικού μετώπου ,για το χρέος έναντι της πατρίδας ,κακοτυχία για αυτόν που τυχαία τον επέλεγαν για τα αντίποινα να τον στήσουν στον τοίχο.

Ό πόλεμος είχε σταματήσει και το Ελληνικό Κράτος ήταν υπό γερμανική κατοχή. Ο ρυθμός της ζωής στις πόλεις
άρχισε να υπάρχει ,αλλά υποτονικός καταστροφικός ,πίνα ,θάνατος παντού. Σε κάποιες υπηρεσίες κρατικές ευτυχώς δεν απολύθηκαν  τα άτομα που δούλευαν εκεί.         
 Μια τέτοια περίπτωση ήταν και ο Λευτέρης Αντωνίου. Από εθελοντής φαντάρος που είχε καταταγεί στο σύνταγμα σιδηροδρόμων και μετά όταν απολύθηκε συνέχισε να εργάζεται στο Σιδηρόδρομο (ΣΕΚ). Ο πόλεμος τον βρήκε εκεί, επιστρατεύτηκε στην ίδια την υπηρεσία του, ήταν στο τμήμα τηλεπικοινωνιών . Η έδρα του ήταν ο σταθμός της Λαμίας ,αλλά η αρμοδιότητα του από Θήβα μέχρι Λάρισα .                                                                                          
Για εκείνη την εποχή η επικοινωνία από σταθμό σε σταθμό γινόταν ενσύρματα. Υπήρχε, στο Σιδηρόδρομο, όπως και σήμερα, δικό του δίκτυο τηλεφωνικής επικοινωνίας .Η διαφορά ήταν ότι το ενσύρματο δίκτυο ήταν εναέριο και όχι υπόγειο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται συχνές, βλάβες, διακοπές, ανωμαλίες στην επικοινωνία. Πολλές φορές γινόταν και τεχνικές ανωμαλίες διότι έπρεπε να επικοινωνήσει με το βουνό, που ήταν οι αντάρτες. Έτσι τα νέα μεταφέρονταν ποιο εύκολα και ποιο γρήγορα .                                                                                     
  Όταν άρχισε η οργάνωση των Ελλήνων πατριωτών κατά των Γερμανών κατακτητών ήταν από τους πρώτους που ήθελε να καταταγεί και να αγωνιστή. Κρίθηκε όμως απαραίτητος να παραμείνει στη θέση που ήταν, αθόρυβος ,υπηρεσιακός.                                                                  
   Όλοι  όσοι ήθελαν, πρόσφεραν τα πάντα για την πατρίδα βάζοντας άμεσα σε κίνδυνο τη ζωή τους . Χωρίς ανταλλάγματα ,χωρίς διεκδίκηση καρέκλας , χωρίς πίεση η εξαναγκασμό από κανένα. Μόνο μια εσωτερική προτροπή για λευτεριά στην Ελλάδα.  
Τα χειροκίνητα φορητά τηλέφωνα που υπήρχαν στην αποθήκη ,τα χαλασμένα, τα επισκεύασε έβαλε και πλακέ μπαταρίες και μαζί με κάποια καινούρια έφυγαν για το βουνό. Του έστειλαν και κάποιους για να τους δείξει πως να απλώνουν την κουλούρα με το σύρμα και να κάνουν την χρήση των τηλεφωνικών συσκευών....

Η μέρα  σήμερα ήταν μουντή , συννεφιασμένη . Απέναντι στη Οίτη στη χαράδρα του Γοργοποτάμου μια μακριά λουρίδα σύννεφου χώριζε το βουνό στα δυο, δείγμα ότι σε λίγο θα έριχνε πολύ βροχή. Επικρατούσε μια απόλυτη ησυχία και την γαλήνη αυτή στόλιζαν με τις φωνές τους τα διάφορα πουλιά που πετούσαν στον ελεύθερο γι αυτά αέρα. Αυτό όμως δεν κράτησε για πολύ ,μια διμοιρία στρατιωτών έκανε την εμφάνισή της . Ο αξιωματικός έδωσε το αλτ και οι στρατιώτες  στάθηκαν προσοχή,  μετά μπήκαν ο ένας πίσω από το άλλο .Αυτοί  που ήταν στο σταθμό, άρχισαν να τρέχουν δεξιά και αριστερά, η εμφάνισή τους προδιέθετε ότι κάτι κακό θα γίνει. Δεν ήταν από τη φρουρά του σταθμού της Λαμίας .Τότε ο αξιωματικός της διμοιρίας υπέδειξε δυο πολίτες ,οι οποίοι συνελήφθησαν. Ήταν και οι δυο  υπάλληλοι  του ΣΕΚ, παρ όλη την παρέμβαση που έγινε από τον σταθμάρχη η απόφαση ήταν αμετάκλητη. Ο Λευτέρης Αντωνίου και ο Μεγασθένης Κρητικός οδηγήθηκαν μετά από λίγο στο φορτηγό και τους υπέδειξαν να καθίσουν στο βάθος. Mαζί τους ανέβηκαν και  στρατιώτες .Δόθηκαν οι απαραίτητες οδηγίες και το σκεπαστό φορτηγό ξεκίνησε   απότομα σπινάροντας στο χωμάτινο δρόμο,  αφήνοντας πίσω του ένα σύννεφο καπνού και σκόνης .

-Λευτέρη που μας πάνε; κατάλαβες;
-φίλε πάρε τσιγάρο ,ίσως να είναι και το τελευταίο. Αντίποινα φίλε μου δεν κατάλαβες!
-μα πως τι έγινε ,πότε; Άκουσες κάτι ;

Δεν είπε τίποτα ! Ήξερε τα πάντα χαμογέλασε ,άναψε το τσιγάρο του με απόλυτη ηρεμία και γαλήνη. Απολάμβανε το κάπνισμά του ρουφώντας σιγά σιγά και μες το μυαλό του ήρθε αυτό που έκανε μια βδομάδα πριν στο σταθμό Λιανοκλαδίου.

Ήταν ανεβασμένος πάνω σε μια κολόνα του δικτύου για μια βλάβη λίγο ποιο έξω από το σταθμό. Περίμενε να περάσει η πόστα, ο καρβουνιάρης  (ατμοκίνητο τραίνο, επιβατικό και φορτηγό ). Ο καπνός που έβγαζε κατά το ξεκίνημα του,  ήταν λες και έπεφτε ομίχλη ,δεν έβλεπες τίποτα .Αν ήσουν κοντά έτρεχες να εξαφανιστείς γιατί από την μια γινόσουν μαύρος από τον καπνό και από την άλλη ήταν πολύ αποπνικτική η ατμόσφαιρα που έκανε κάμποση ώρα να καθαρίσει.

Πριν λίγα λεπτά είχε περάσει ο Μήτσος και του άφησε ένα σάκο στη βάση της κολόνας που ήταν ανεβασμένος. Με το που είδε το σταθμάρχη να σφυρά  και να σηκώνει το πράσινο για αναχώρηση της αμαξοστοιχίας κατέβηκε.
Ο χρόνος που είχε ,μόνο πέντε λεπτά .Ήταν αρκετά γρήγορος ,οι κινήσεις του μελετημένες. Το τραίνο σφύριξε και άρχισε να ανεβάζει την πίεση για να ξεκινήσει. Ατμός ,καπνός, χαμός ,όπως πάντα!                                                                                                                                                         
 Έβαλε τα χέρια του στο σάκο. Έβγαλε τα μασούρια με το δυναμίτη. Έριξε μια γρήγορη ματιά,  το φιτίλι με το καψούλι ήταν ανάμεσα τους ,το μόνο να τα βάλει πάνω από την είσοδο του γεμάτου με καύσιμα βυτιοφόρου βαγονιού, που ήταν πολύ κοντά του  και να το ανάψει . Το βραδύκαυστο ήταν υπολογισμένο. Ο χρόνος άρχισε, πέντε λεπτά . Ήδη ήταν ανεβασμένος πάνω στη κορυφή του βυτιοφόρου ,ανεβαίνοντας το είχε ανάψει και άμα ανάψει δεν σβήνει τέσσερα λεπτά. Είχε κατέβει και έτρεχε προς την φορά του τραίνου, ήταν πλάι του. Ο μηχανοδηγός τον είδε πάτησε μακρόσυρτα την σφυρίχτρα, άπλωσε το χέρι του και πιάστηκε από το χερούλι, ανέβηκε. Ενώ είναι πιασμένος με το δεξί του χέρι έδωσε  ένα νοητό φιλί στο μηχανοδηγό ,τρία  λεπτά . Το τρένο έχει πλέον φύγει, δυο λεπτά.... σε λίγο και ενώ το τραίνο τρέχει και είναι αρκετά μακριά, ο θόρυβος της έκρηξης τρομερός,η γύρο περιοχή, πήρε φωτιά, κανείς δεν κατάλαβε  πως έγινε.

 Το τραίνο σταμάτησε στην Παναγία Προυσιώτισσα. Κατέβηκε να κάνει τον προγραμματισμένο έλεγχο. Η εκεί φρουρά ρωτούσε  τι ήταν η έκρηξη που ακούστηκε. Το ίδιο ρώτησε και αυτός. Το δίκτυο είχε κοπή...

Οι σκέψεις του όμως σταμάτησαν  από το απότομο φρενάρισμα του στρατιωτικού φορτηγού. Είχαν φτάσει στο τέλος της διαδρομής ,μια βόλτα που σε λίγο θα είναι κάπου αλλού. Από τη μια στιγμή στην άλλη. Ατυχία αλλά ήταν  προετοιμασμένος, δεν τον ένοιαζε! Στα είκοσι πέντε δεν υπολογίζεις τίποτα . Είχε μάθει να αντιμετωπίζει τον κίνδυνο και ήταν ικανοποιημένος για όλα που είχε κάνει μέχρι τώρα!

-Λευτέρη μας έφεραν στην Ξηριώτισα! (νεκροταφείο της Λαμίας) όχι ρε γαμωτο. Και άρχισε να βρίζει θεούς και δαίμονες....
-schnell, schnell , τους έκαναν  νόημα να κατέβουν.

 Μιλώντας στα γερμανικά τους έδειξαν να πάρουν κασμά και φτυάρι. Κάτι είπαν μεταξύ τους και τους έδειξαν την διαδρομή που θα ακολουθήσουν ανάμεσα στα μνήματα και να φτάσουν πέρα μακριά, στην άλλη άκρη στον τοίχο του νεκροταφείου, μετά τα δέντρα .Από πίσω ακολουθούσαν  δυο στρατιώτες με τα αυτόματα και το  χέρι στην σκανδάλη .Οι υπόλοιποι παρέμειναν στην είσοδο  του νεκροταφείου κάτω από ένα σκέπαστρο, έβγαλαν τα κράνη τους.
 Μια παράξενη αποπνικτική ατμόσφαιρα ,έλουζε όλη την περιοχή , σε λίγο θα έπιανε βροχή και μάλλον θα ήταν πολύ δυνατή.
 Άρχισαν να προχωρούν ανάμεσα στα μνήματα. Οι στρατιώτες κάτι τους έλεγαν αλλά τι ακριβώς δεν κατάλαβαν , μάλλον να κάνουν ποιο γρήγορα στο βάδισμά τους, ποιος ξέρη και τι σημασία είχε .Το  αποτέλεσμα ήταν ένα. Άνοιγμα το λάκκο σου και μετά μπροστά από εκεί που είχες σκάψει στεκόσουν προσοχή και μπαμ οι πυροβολισμοί του εκτελεστικού αποσπάσματος. Πλησιάζοντας  στο σημείο ο Λευτέρης άρχισε να κοιτά με λεπτομέρεια τον τοίχο και την γύρο περιοχή.

-καλά ρε τι χαζομάρα είναι να κάνουν τόσο ψιλούς τοίχους στα νεκροταφεία  είμαι 1.60 πώς να δω έξω τώρα μου λες; Αυτοσαρκάστηκε !                                                          
 -Εγώ θα την κοπανίσω φίλε ,κανόνισε από εκεί που θα φύγω, φύγε αντίθετα ,αυτοί εδώ είναι μάλλον σουρωμένοι , ποιος ξέρη τι ήπιαν χτες βράδυ.

Τους έδειξαν το σημείο που έπρεπε να σκάψουν .Ο ένας από τους στρατιώτες με το ζόρι κρατιόταν όρθιος, κοίταξαν προς την είσοδο του νεκροταφείου, ήταν αρκετά  μακριά,  κάθισε πάνω στην άκρη από ένα τάφο ,άναψαν τσιγάρο και άρχισαν να συζητούν, προφανώς τα χθεσινοβραδινά.

Ο Λευτέρης έσκαβε και ο Μεγασθένης φτυάριζε τα χώματα.                                                                 Ο καθ ένας στις σκέψεις του…

-έλα ρε Μεγασθένη πως κάνεις έτσι του είπε ψιθυριστά, είσαι έτοιμος ; έτσι και αλλιώς τι μέσα στο λάκκο τι απ έξω. Πάρε βαθιές ανάσες δεν κοιτάζεις καθόλου πίσω αρχίζεις να τρέχεις ,δες από ποιο σημείο θα ανέβεις στον τοίχο. Aυτοί έχουν αυτόματα αν απομακρυνθούμε δεν μας βρίσκουν οι σφαίρες με τίποτα, έτοιμος; Περίμενε ,του είπε.

Εκείνος  έγνεψε καταφατικά το κεφάλι . Είχε στεγνώσει το σάλιο του! Δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη.

Ο Λευτέρης άφησε τον κασμά και προχώρησε προς τους στρατιώτες ,τους έδειξε ότι ήθελε να κατουρήσει. Εκείνοι  του έκαναν νόημα να πάει, προχώρησε προς τον τοίχο . Σταμάτησε στο σημείο με τις προεξοχές που είχε ο πέτρινος μαντρότοιχος .          
Γύρισε πίσω του να κοιτάξει ,τον παρακολουθούσαν .Τους κοίταξε και άρχισε να ξεκουμπώνει αργά το παντελόνι του, εκείνοι γύρισαν το βλέμμα τους άλλου και συνέχισαν την κουβέντα τους … Όταν γύρισαν να δουν τι κάνει, ο Λευτέρης ήταν εξαφανισμένος !                                         
 Σηκώθηκαν αλαφιασμένοι  και έτρεξαν στο σημείο που ήταν. Μέχρι να ανέβουν τον τοίχο, ο ένας βοηθούσε να ανέβει ο άλλος, ο Μεγασθένης άρχισε να τρέχει στην αντίθετη κατεύθυνση. Ακούστηκαν κάποιοι πυροβολισμοί. Που πως και  ποιον πυροβολούσαν ,τι σημασία είχε .                        Χαχαχαχαχα .                                                                                                                                              Ο θάνατος ας περιμένει!







Δεν υπάρχουν σχόλια: